Το WordReference δεν έχει τη δυνατότητα να μεταφράσει αυτή τη φράση, μπορείτε όμως να κάνετε κλικ σε κάθε λέξη για να δείτε τη σημασία της:

allowable cut


Η φράση που αναζητήσατε δεν βρέθηκε.
Η εγγραφή για τον όρο allowable παρατίθεται στη συνέχεια.

Δείτε επίσης: cut
  • WordReference
  • Definition
  • Synonyms

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
allowable adj (permitted)επιτρεπτός επίθ
  επιτρεπόμενος μτχ ενεστ
 You have already used the maximum allowable number of sick days.
allowable adj (argument: worth consideration)λογικός, εύλογος επίθ
  που στέκει περίφρ
 The debate coach ruled several points as not allowable.
allowable adj (finance: tax deductible)που εκπίπτει περίφρ
  εκπιπτόμενος μτχ πρκ
 All of your mortgage interest is allowable on your tax return.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση allowable cut στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «allowable cut».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!